Οδηγώντας από το Μελισσόβουνο στην Κισσόνεργα καταλαβαίνω τη σημασία της περιοχής. Εύφορη γη, καλοαερισμένη, απλωμένη στον ήλιο, χωρίς όμως αυτός να την καίει. Παρ᾽ όλη την ανάπτυξη την τουριστική, παντού φυτείες, ιδιαίτερα μπανανιές. 28 βαθμοί ενώ η υπόλοιπη Κύπρος καίει. Κλίμα ήπιο και ευχάριστο. Ο αρχαιολογικός χώρος στενάχωρος. Το κυκλικό σπίτι μού θυμίζει τον τρόπο χτισίματος της Καρπασίας, με τη χρήση της άστας. Μόνο που οι Καρπασίτες φτιάχνουν τα δοκάρια τους από αορατιά ενώ το δείγμα εδώ είναι μάλλον φτιαγμένο από τρεμιθιά. Στην ευρύτερη περιοχή κανένα σημείο άχτιστο ή ακαλλιέργητο. Δεν φαίνεται ο ορίζοντας. Ψάχνοντάς τον, κατεβαίνω στη θάλασσα, στον Βάρδα. Άραγε να γνωρίζουν εδώ την Ανιές Βάρδα; Ακόμη και η παραλία φτιαγμένη από τον άνθρωπο, γρασίδι, πλαστικά κρεβατάκια και ομπρέλες. Στέκομαι στο ύψος της θάλασσας και φτιάχνω μια ζωγραφιά. Μόνο τη θάλασσα με τα λίγα βράχια και τα πλάσματα. Ο ήλιος απέναντι μού γεμίζει τα μάτια με διαμάντια.