Ένα χειροποίητο έργο τέχνης, φτιαγμένο από την ξανθιά πέτρα της περιοχής. Το παρατηρώ και νιώθω σύνδεση με τα βάθη του χρόνου. Σκέφτομαι πως κάπως έτσι θα έχτιζαν από την προϊστορική εποχή ώς πρόσφατα, με φροντίδα και ομορφιά. Σήμερα, ο χώρος χρησιμοποιείται για την εκτροφή ζώων. Έψαξα και βρήκα την οικογένεια του παλιού μουχτάρη της Σουσκιούς, στην Κυθραία. Ο ίδιος έχει πεθάνει αλλά ο γιος του μου αφηγείται, στον γεμάτο τουρκικές σημαίες καφενέ: «Ο πατέρας μου είχε γη πολλή και όλους τους εβοηθούσε, Τούρκους και χριστιανούς, ήταν ιδιαίτερα αγαπητός. Όταν ήρθε η στιγμή που αναγκαστήκαμε να φύγουμε, αθθυμούμαι, έγειρεν ο παπάς μου πάνω στο τράχτορ, έκλαψε με αναφιλητά.» Η γυναίκα του μουχτάρη λέει: «Επήα μια φορά, εκόψαν ούλα τα δέντρα, έν έμεινεν τίποτε. Ο ποταμός έν έσιει νερό. Είσιεν κάτι χέλια μέλι, τίποτε έν έμεινε. Έθθελω να ξαναπάω.» Ο γιος είπε: «Αν μας επιτρέψουν, θα πάω πίσω, εκεί θέλω να ζήσω.»